Τα κουκιά είναι ένα αρχαίο όσπριο, που καλλιεργείται από τον άνθρωπο από το 6000 π.Χ. Πολύ δημοφιλές στους Έλληνες από τα αρχαία χρόνια.
Η κουκιά (Vicia faba) είναι ένα ετήσιο θαμνώδες φυτό με ευθυτενείς βλαστούς που σε ορισμένες ποικιλίες φτάνουν σε ύψος τα 180 εκατοστά. Τα άνθη της είναι λευκά-ροζέ ή λευκά-μωβ, φέρουν μια χαρακτηριστική μαύρη κηλίδα σε κάθε πέταλο και εμφανίζονται σε τσαμπιά τρεις περίπου μήνες μετά τη φύτευση. Από αυτά τα άνθη αναπτύσσονται ανοιχτοπράσινους λοβούς που περιέχουν 6–10 πλατιούς καρπούς με ακανόνιστο οβάλ σχήμα – τα κουκιά. Τα κουκιά μαγειρεύονται είτε χλωρά είτε ξερά. Αν θέλουμε να τα καταναλώσουμε χλωρά, τα μαζεύουμε 10 μέρες μετά το δέσιμο του καρπού – περίπου 85 μέρες μετά τη φύτευση. Αν οι λοβοί έχουν αρχίσει να κιτρινίζουν, τότε αφήνουμε τα κουκιά να ωριμάσουν για να τα μαζέψουμε όταν οι λοβοί αρχίσουν να ζαρώνουν. Συνήθως όμως οι καρποί αφαιρούνται και χρησιμοποιούνται μόνο αυτοί στο μαγείρεμα. Τα κουκιά ήταν πολύ σημαντικά για τους Έλληνες. Ο ίδιος ο Όμηρος τα αναφέρει στα έπη του, ενώ συνεχίζουμε να τα βρίσκουμε σε αρχαιολογικές ανασκαφές, καθώς τα ξερά κουκιά αντέχουν πολύ στον χρόνο. Οι αρχαίοι Έλληνες τα μαγείρευαν με διάφορους τρόπους και τα σερβίριζαν με ξύδι ή τα έκαναν πουρέ. Αναμειγμένα με ελαιόλαδο και με τη συνοδεία μιας φέτας ψωμιού προσέφεραν στους αρχαίους μια θαυμάσια πηγή θρεπτικών συστατικών.Τα ξερά κουκιά τρώγονταν και σαν σνακ μαζί με κρεμμύδια, σκόρδα και ρεβίθια Η θρεπτική αξία των κουκιών είναι μεγάλη. Κάθε καρπός περιέχει νερό 72%, πρωτεΐνες 8%, υδατάνθρακες 20%, φυτικές ίνες 5%, φυτικά έλαια 1%. Είναι επίσης πλούσια σε φολικό οξύ (104 mg ανά 100 γραμμ.), φωσφόρο, μαγγάνιο, μαγνήσιο, χαλκό, κάλιο, νάτριο, σίδηρο. Περιέχει επίσης τα λιπαρά οξέα ω6 (152 mg ανά 100 γραμμ.) και ω3 (12.0 mg ανά 100 γραμμ.)Ελληνικό προϊόν από Πλατανάκια Ευβοίας